Wednesday, March 16, 2011

ληγμένο ανθελληνικόν... (από τα παλιά)


Τιν, τιιιτι τιν, τουφ, τα τουφ. Κιόλας 9.15; Μα πώς είναι δυνατόν; Σηκώνομαι από το κρεβάτι με τον άθλιο ήχο του Sony Ericsson. Κάθε φορά λέω να τον αλλάξω και κάθε φορά το ξεχνάω, όταν αρχίζει το στομάχι μου να επιβάλει τα θέλω του. Τι να κάνουμε; Ένα σάντουιτς με σολομό έρχεται σε προτεραιότητα από την αλλαγή ήχου στο ξυπνητήρι του κινητού τα χαράματα 9.15. Σήμερα πριν πέσω για ύπνο, θα το αλλάξω (ναι καλά…). Ανεβάζω τις γρίλιες του παραθύρου στο υπνοδωμάτιό μου. Ήλιος. Α ωραία μέρα! Κλείνω το φωτάκι νύχτας, ανοίγω την πόρτα. Η τοστιέρα με περιμένει. Ετοιμάζω το σάντουιτς σολομού, με τη γνωστή σύσταση: μαρούλι, τυρί κίτρινο, καπνιστό σολομό, φέτα και τομάτα, όλα αυτά ανάμεσα σε τρεις στρώσεις ψωμιού του τοστ, με τη δεύτερη ανάμεσα στο σολομό και τη φέτα και τυλιγμένα σε αντικολλητικό χαρτί για να μην καθαρίζω την τοστιέρα κάθε πρωί. Υπάρχουν, φυσικά, και οι παραλλαγές με λάχανο αντί μαρούλι, τυρί φιλαδέλφεια αντί για φέτα, χαμόν αντί για σολομό και η «ωχ μας τελείωσε το αντικολλητικό χαρτί, θα έχει πλύσιμο σήμερα!» που συνήθως δεν την προτιμώ. Στη συνέχεια, έρχεται η σειρά του καφέ, από την ποικιλία Σουμάτρας των Starbucks. Γέμισμα της machina espresso italiana, στο μάτι της κουζίνας και… αναμονή. Βγαίνω στο μπαλκόνι και χαζεύω τους περαστικούς μέχρι να ολοκληρωθεί το δέσιμο των υλικών στη φωτιά. Η γνωστή εικόνα κάθε πρωί. Οι γριούλες με τα καροτσάκια να τα σέρνουν στο απέναντι πεζοδρόμιο με προορισμό είτε το σούπερ μάρκετ, ή το κρεοπωλείο, ή ακόμα και το μαγαζάκι του ψαρά από κάτω. Συναντιούνται και πιάνουν την κουβέντα δυο-δυο, τρεις-τρεις. Δύο εργάτες ανεβασμένοι σε μια σκαλωσιά συντηρούν, μάλλον βάφοντας, τμήματα της απέναντι πολυκατοικίας. Το περίεργο που παρατηρώ είναι πώς άλλοι φορούν μακρυμάνικα, άλλοι ακόμα και ζακέτες, άλλοι πάλι κοντό παντελόνι και κοντομάνικο ή τιραντάκια, μια φοράει ακόμα και μπουφάν. Τι στο καλό; Αν δεν ήξερα πώς ήταν Σεπτέμβρης και παρατηρούσα μόνο τους περαστικούς στο δρόμο, θα είχα μεγάλη δυσκολία να αποφασίσω ποια εποχή του χρόνου είναι. Μυρίζει το σάντουιτς και χύνεται ο καφές! Πάλι μέσα.
Μετά το χορταστικό πρωινό, το τσεκάρισμα της ηλεκτρονικής αλληλογραφίας στο μηλαράκι των 13 ιντσών, το πλύσιμο και το αποσμητικό, είμαι έτοιμος για το Πανεπιστήμιο. Γραμμή L3 με προορισμό το βασιλικό παλάτι στη Διαγώνιο λεωφόρο της Βαρκελώνης. Σε ακριβώς μία μιση ώρα από τότε που χτύπησε το ξυπνητήρι, βρίσκομαι στο γραφείο μου. Ελέγχω τη ροή των υπολογισμών στον υπερυπολογιστή και φεύγω για τη στάση του λεωφορείου 74 με προορισμό το C/ FREIXA και τον αριθμό 6. Το Άμισθο Προξενείο της Ελλάδος στη Βαρκελώνη, όπως πληροφορεί και η ταμπέλα στην εξώπορτα. Περιμένω στο χώρο υποδοχής. Έρχεται μια κυρία κάποιας ηλικίας και κάποιας οικονομικής κατάστασης, αν κρίνω από τα ρούχα που φοράει. «Καλημέρα, ξέρετε δουλεύω στο Υπερυπολογιστικό Κέντρο και με πληροφόρησαν πως είμαι επίσης στην εφορευτική επιτροπή σε κάποιο εκλογικό τμήμα στην Ελλάδα. Φυσικά, δεν μπορώ να παρευρεθώ, τι μπορούμε να κάνουμε γι’ αυτό; Υπάρχουν κυρώσεις;». «Θα μπορούσατε να υπογράψετε μια υπεύθυνη δήλωση του Ν. 105 και να την επικυρώσουμε εμείς εδώ, αλλά θα σας κοστίσει 10 ευρώ». «10 ευρώ; Μα θα στείλω εγώ το φαξ, εσείς πρέπει να το στείλετε;», απάντησα νομίζοντας ότι χρέωναν την υπηρεσία φαξ. «Αχ, όχι καλέ μου, το χαρτόσημο είναι 10 ευρώ. Ναι, κύριέ μου, φαίνεται στην Ελλάδα είναι 50 χρόνια πίσω καλέ μου, δεν μας αφήνουν να ψηφίσουμε εμάς του εξωτερικού και μας βάζουν και πληρώνουμε και πολλά χρήματα για βλακείες, όπως να αυτή. Τι να σας πω, εγώ θα σας έλεγα να μην κάνετε τίποτα τέτοια που είναι η κατάσταση, αλλά αν θέλετε να είσαστε καλυμμένος, θα πρέπει να δώσετε 10 ευρώ, να ετοιμάσουμε την υπεύθυνη δήλωση». «Ε, ας την ετοιμάσουμε, ξέρετε ταξιδεύω αρκετά, χρειάζομαι και το διαβατήριό μου, μη δημιουργηθεί κανένα πρόβλημα». «Ναι, σας είπα, είναι 50 χρόνια πίσω! Ποτέ δεν ξέρετε». «Ναι, το ξέρω… Περιμένετε, θα σας ετοιμάσω την αίτηση, τα 10 ευρώ παρακαλώ». «Μπορεί η επικύρωση π.χ. να γίνει και στην Ελλάδα;», «Ε, όχι, πώς θα αποδειχτεί ότι είσαστε εδώ;», «Α, οκ. Ορίστε είκοσι ευρώ, χρειάζεστε ταυτότητα;», «Όχι, καλέ μου, δεν είμαστε στην Ελλάδα». Μέχρι να ετοιμαστεί η υπεύθυνή μου δήλωση προς υπογραφή κοιτάζω γύρω. Μια τεράστια ελληνική σημαία δεσπόζει στο νότιο τοίχο του μικρού δωματίου. Από κάτω ένα τραπεζάκι με τεύχη του περιοδικού “Ελλάδα Παντού – Ενημερωτική έκδοση της Γενικής Γραμματείας Απόδημου Ελληνισμού”. Ο κεντρικός τίτλος στο εξώφυλλο και πρώτο θέμα «Χωρίς πλειοψηφία η ψήφος των απόδημων». Διαβάζω το άρθρο που αρχίζει ως εξής: Απορρίφθηκε αφού δεν συγκέντρωσε την προβλεπόμενη από το Σύνταγμα αυξημένη πλειοψηφία των 200 βουλευτών το νομοσχέδιο για την ψήφο των απόδημων…


Στα καλά καθούμενα, λοιπόν, ενώ σηκώθηκα ένα πρωί και η ρουτίνα της ημέρας άρχιζε με το σάντουιτς σολομού μου, αναγκάστηκα να δώσω 10 ευρώ γιατί; Γιατί παρακαλώ; Διότι κάποιος υπεύθυνος που κατέχει κάποια θέση με μέσο (σίγουρα τώρα) αποφάσισε ότι έπρεπε να υπηρετήσω τζάμπα ως εφορευτική επιτροπή σε ένα εκλογικό τμήμα. Τι τζάμπα; Όχι, ακριβώς τζάμπα, αλλά έπρεπε να πληρώσω κιόλας! Ξέρετε πόσα σάντουιτς σολομού θα έφτιαχνα και θα απολάμβανα με 10 ευρώ; Τώρα τι ακριβώς θα απολαύσω; Το ότι νόμιμα δεν μπορώ να ψηφίσω για να καταδικάσω τις παρανομίες ή να πω τη γνώμη μου; Ναι, θέλω να πω τη γνώμη μου, διότι παρά το ότι είμαι μακριά από την Ελλάδα, φαίνεται ότι δεν με αφήνει σε ησυχία και μου ζητάει και χρήματα. Όχι μόνο με διώχνει μια και με δυσκολεύει στο να βρω δουλειά όπου θα πληρώνομαι το ποσό που αξίζω, αλλά επιπλέον αντί να μου πει «πάρε παιδί μου και 10 ευρώ να πιεις ένα καφέ, με την ευχή μου, στο εξωτερικό», μου τα παίρνει! Ε εντάξει! Φτάνει πια!
Εξηγούσα στον Αμερικανό φίλο μου πώς πριν μερικά χρόνια αν δεν ψήφιζες είχες κυρώσεις στην έκδοση διαβατηρίου και με κοίταζε με γουρλωμένα μάτια! Του έδειξα και το χαρτί που πήρα από το προξενείο εδώ με το χαρτόσημο των 10 ευρώ. Πάλι με κοίταζε με γουρλωμένα μάτια! «Μα γιατί δεν μπορείς να ψηφίσεις εδώ;». «Διότι φαίνεται πως στο εξωτερικό, όλοι οι έλληνες που βλέπουμε την κατάσταση και απ’ έξω, τον τρόπο ζωής και απ’ έξω, έχουμε άποψη που τους φοβίζει». Εμ βέβαια, σου λέει ο εκάστοτε αρχηγός κόμματος, αν δεν με έχει δει στο debate, πώς θα με κρίνει; Άδικα αγχώνονται, η χάρη τους φτάνει μέχρι τα πέρατα της γης, όπου υπάρχουν Έλληνες… εγώ λοιπόν έδωσα την ψήφο μου σχεδόν μια εβδομάδα πριν τις εκλογές της 4ης Οκτώβρη. Δεν μου έδωσαν, βέβαια, πολλές επιλογές. Ήταν μονόδρομος. Ένα δεκάευρω. Το καλύτερο της υπόθεσης είναι πώς από το εικοσάρικο που μου χάλασαν πήρα ρέστα 10 ευρώ. Το συγκεκριμένο δεκάευρω έχει μια σφραγίδα με μπλε μελάνι και γράφει Consul Honoraire. Αχ, Ελλάδα… και αν το Προξενείο και αυτοί που δουλεύουν σε αυτό έχουν τέτοια γνώμη για τη χώρα που υπηρετούν, εντάξει, I rest my case που θα έλεγε και ο Αμερικανός φίλος μου… το κακό είναι ότι δεν μιλάμε για μια χώρα όπως το Darfur, το Kongo, την Καμπότζη, όπου πολλοί έχουν την ατυχία να ζουν στη φτώχεια και τους πρόσφατους πολέμους, αλλά μια χώρα-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το 2009! Πραγματικά αρκεί να έχουμε Δημοκρατία και όποιος και να βγει δεν με νοιάζει…! Αλλά στη Δημοκρατία όλοι μπορούν να πουν τη γνώμη τους… εγώ γιατί δεν μπορώ; Ψηφίζω ΑΚΥΡΟ σε όλους όμως, όχι υπέρ της πλειοψηφίας!

No comments:

Post a Comment