Από το αεροδρόμιο του Σαλβαδόρ, κιόλας, πήρα μια γεύση από το Acarajé, την τοπική τους "γυρόπιτα με απ' όλα" σε έκδοση ζυμαράκι από μαύρα φασόλια τηγανισμένο σε φοινικέλαιο ή στον ατμό (σε μπανανόφυλλο) με σαλτσούλες από γαριδες αλεσμένες, ξηρούς καρπούς, φοινικέλαιο. Βαρύ όσο ακούγεται. Γενικά, το φαγητό της Μπαΐα είναι ιδιαίτερο, μια μίξη από Αφρική με Λατινική Αμερική. Το Σαλβαδόρ, επίσης, μου θυμίζει ένα μείγμα από Στόουν Τάουν (Ζανζιβάρη) - Λίμα (Περού) σε συνδυασμό με καρυκεύματα καποέιρα και ποδοσφαίρου στις παραλίες.
Πολλή γαρίδα (camarão), όμως, πάρα πολλή. Θες να την αποφύγεις (διότι μετά τα 3-4 κιλά γαρίδες την ημέρα αρχίζεις να δυσανασχετείς), όμως δεν μπορείς. Δεν το ΄χουν, επίσης, με το αγγλικό, πουθενά μεταφράσεις ή μεταφραστές. Βρίσκεσαι στο έλεος ενός αμετάφραστου μενού ή ενός σερβιτόρου που απορει γιατί δεν του απαντάς στις ερωτήσεις του. Τα αγγλικά εδώ τα μαθαίνουν μόνο για σκοπούς ποδοσφαιρικούς. Μου πήρε λίγο μέχρι να αποφεύγω τα πιάτα με camarão. Το ΄χουν όμως το κρεατάκι τους, να μην παραπονιέται κανείς. Αν έχετε βρεθεί σε βραζιλιάνικο εστιατόριο, όπου περνούν ακατάπαυστα σερβιτόροι κρατώντας σούβλες με όλων των ειδών τα κρεατικά, κόβωντάς σου κομμάτια στο πιάτο, θα ξέρετε τι εννοώ (με τη διαφορά της ποιότητας του Νοτιο-Αμερικάνικου βοδινού συνδυασμένου με την αύρα της χώρας βλ. είμαστε μια χρυσή εποχή).
Το κρέας τους είναι η χαρά της Κυριακής του Πάσχα, με διαλείμματα από τηγανιτή μπανάνα και παρμεζάνα στα κάρβουνα ή σαλατούλες. Παρά τις προσδοκίες μου το φαγητό εδώ είναι ακριβό. Πολύ ακριβό. 42 ευρώ το άτομο στο εστιατόριο με τα κρεατικά μαζί με δύο κόκα κόλες, ένα ανθρακούχο νερό. Υπερβολή. Αν θυμάμαι καλά, στην Αθήνα κόστιζε 30-35 ευρώ, πάλι υπερβολή. Πρέπει να είναι η πρώτη φορά που βρίσκομαι σε ξένη χώρα με το τοπικό φαγητό να κοστίζει περισσότερο από ό,τι στην Ελλάδα (ή πιθανότατα γενικά). Ενδιαφέρον. Συνηθισμένο είναι εδώ το μπουφέ στα εστιατόρια. Γεμίζεις το πιάτο σου, το ζυγίζεις, πληρώνεις ανάλογα το βάρος του. Αυτό, αν το ξέρεις. Αν δεν το ξέρεις, απλά ψιλοκοκκινίζεις όταν συνειδητοποιείς πως έχεις αρχίσει ήδη να ψιλοτσιμπάς στο πιάτο σου πριν φτάσεις στη ζυγαριά του ταμείου (ντροπή με το camarão στο στόμα να σε κοιτάζει περίεργα η ταμείας).
Λόγω που η Μπαΐα έχει τις περισσότερες επιρροές - εισροές από την Αφρική (οι κάτοικοι της Μπαΐα είναι απόγονοι Ινδιάνων, Πορτογάλλων και Αφρικανών), μου φαίνεται λογικό στην περιοχή να μην ευδοκιμεί το είδος "σάμπα". Δεν βλέπω την ώρα να πάω Ρίο ντε Τζανέιρο. Κυριολεκτικά δεν την έβλεπα εδώ και 3 μέρες που μου έσπασε το λουρί στο ρολόι. Ευτυχώς, σήμερα, το έφτιαξα με αποτέλεσμα να τη βλέπω πάλι. Αποτελεί, πια, ένα συλλεκτικό δείγμα Ιαπωνικής τεχνολογίας κίνησης, με μια σταγόνα βραζιλιάνικου ατσαλιού.
Επίσης, δεν έβλεπα την ώρα να πιω ενα καφέ της προκοπής. Μα είναι δυνατόν; Έρχεσαι στη Βραζιλία για τις σαμπα-Βραζιλιάνες, τον καφέ (ε καλά, δεν λέω, για το συνέδριο ταμπιέν), αλλά τις πρώτες μέρες η σκέτη απογοήτευση των γαλλο-αμερικάνικων καφέδων "φίλτρου" με τις ευτραφείς Βραζιλιάνες; "Άλλο, άλλο", που λέει και ο ανηψιός μου. Κοίταζα ξανά τη σφραγίδα στο διαβατήριό μου. Όχι, σωστά ήρθα, Βραζιλία. Ευτυχώς ανακάλυψα ένα δυο gourmet καφέ των 5+ ευρώ, όπου απολαμβάνω ένα καπουτσίνο ή λάτε της "προκοπής" (μισό σε μέγεθος, όπως το συνοδευτικό μπισκοτάκι, αλλά παρά καθόλου;). Όλα τα λεφτά, βέβαια, είναι η açúcar mascavo. Για καφέ ήρθα, ζάχαρη αγόρασα (1 kg).
Βέβαια, ευτυχώς, παντού δέχονται πιστωτικές κάρτες, όλων των ειδών. Ισως γιατί είναι λιγάκι επικίνδυνο να κυκλοφορείς με χρήματα πάνω σου (ναι! πιο επικίνδυνο από ό,τι στην Αθήνα). Αν και έχω περπατήσει νύχτα στο Σλαβαδόρ, η συμβουλή ήταν να μην απομακρυνθώ από την παραλιακή όπου υπήρχε κόσμος για τρέξιμο μέχρι αργά το βράδυ μαζί με αστυνομικούς του στρατού με όπλα, εξαρτήσεις κτλπ. Μια βόλτα δίπλα στον Ατλαντικό με το κύμα να σκάει "στα πόδια σου" και το Σταυρό του Νότου από πάνω, με τους δείκτες του, μια χειμωνιάτικη νύχτα των 33 oC και της 90% υγρασίας αποτελεί άκρως χαλαρωτική εμπειρία.
Από ευγένεια δεν μπορώ να πω πως ξεχυλίζουν οι Βραζιλιάνοι, ωστόσο, σε καμία περίπτωση δεν τους λες αγενείς. Όχι, είναι φυσιολογικοί, θα έλεγα. Δεν βρήκα ούτε την ευγένεια των Ασιατών, ούτε την αγένεια των Βερολινέζων. Ωστοσο, πρέπει να σημειώσω πως όλα τα παραπάνω αφορούν αποκλειστικά και μόνο την περιοχή της Μπαΐα. Συναντώντας κάποιους paulistanos, στον πηγαιμό για την Praia do Forte σήμερα, μου είπαν πως η Μπαΐα δεν έχει καμιά σχέση με την υπόλοιπη Βραζιλία... ίδωμεν αύριο εις το Ποτάμιν του Ιανουαρίου... θα λούγονται Βραζιλιάνες της σάμπα;
P.S. (Update) Ρίο είναι αυτό, δεν με απογοήτευσε. Βραζιλιάνες της σάμπα δεν λούγονταν, αλλά το είδαμε το κάτι τις μας. Μόνο στα αγγλικά είχαμε ένα θεματάκι, όπως και τον καφέ (πάλι)... αλλά με καλό ψάξιμο, όλα βρίσκονται. Το Ρίο είναι η θέα από τους λόφους, οι παραλίες (όχι του γούστου μου λόγω των φονικών κυμάτων), ωστόσο το εσωτερικό της πόλης θυμίζει μια ξεπεσμένη αίγλη, αξίζει all the way there... να το φανταστείς το '70, '80.